Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

το Εμπορικό Επιμελητήριο

См. также в других словарях:

  • επιμελητήριο — Οργάνωση σε τοπική, εθνική ή διεθνή κλίμακα, με σκοπό την εξυπηρέτηση διαφόρων κλάδων της οικονομίας και των αντίστοιχων επαγγελματικών τάξεων· είναι επιφορτισμένη με καθήκοντα ενημέρωσης, ανάπτυξης του κλάδου, διοικητικά κ.ά. Κατά την ιστορική… …   Dictionary of Greek

  • έκθεση — Γενικός όρος, με τον οποίο στον τομέα της παραγωγής (υλικής, τεχνολογικής, πνευματικής και καλλιτεχνικής), του εμπορίου και της προπαγάνδας (ακόμα και με την πιο ευρεία έννοιά της) υποδηλώνεται η συγκέντρωση σε καθορισμένο τόπο και χρόνο… …   Dictionary of Greek

  • Μορς, Σάμουελ Φίνλεϊ Μπριζ — (Samuel Finley Breeze Morse, Τσάρλεστον, Μασαχουσέτη 1791 – Νέα Υόρκη 1872). Αμερικανός εφευρέτης της ηλεκτρομαγνητικής τηλεγραφίας. Σπούδασε ζωγραφική στο Λονδίνο, όπου απέκτησε λογοτεχνική και καλλιτεχνική μόρφωση. Μετά την επιστροφή του στη… …   Dictionary of Greek

  • Στρασβούργο — (Strasbourg). Πόλη (248.712 κάτ.) της ανατολικής Γαλλίας, πρωτεύουσα του νομού Κάτω Ρήνος (4.755 τ. χλμ.), που βρίσκεται κοντά στο Ρήνο και πάνω στις δυο όχθες του Ιλ. Θεωρείται ιστορική πρωτεύουσα τη Αλσατίας, της οποίας είναι επίσης η… …   Dictionary of Greek

  • Στρίκλαντ, Ουίλιαμ — (Strickland). Αμερικανός αρχιτέκτονας (Φιλαδέλφεια 1788 Νάσβιλ 1854). Υπήρξε μαθητής και συνεργάτης του Μ. Λατρόμπ και ένας από τους κορυφαίους εκπρόσωπους του ελληνικού ρυθμού στις ΗΠΑ. Ανάμεσα στα σπουδαιότερα έργα του διακρίνονται η Τράπεζα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»